Απολύμανση εύφλεκτου μελισσοκομικού εξοπλισμού (π.χ. ξύλινες κυψέλες ή κυψελίδια, πλαίσια, αποστείρωση κεριών κ.λπ.)
Η απολύμανση είναι ένας σημαντικός τρόπος που χρησιμοποιείται για την πρόληψη και την καταστολή βλαβερών μικροοργανισμών
Τα μέτρα που θα πρέπει να λαμβάνει ο μελισσοκόμος έχουν άμεση σχέση με την υγεία των μελισσιών και ως προέκταση με τα προϊόντα τους. Γίνονται πλέον εργαλεία στα χέρια των μελισσοκόμων με την απαγόρευση διαφόρων αντιβιοτικών. Στόχος τα σπόρια παθογόνων μικροοργανισμών όπως της νοζεμίασης, της αμερικάνικης, της ευρωπαϊκής ή ακόμη και τα εξελικτικά στάδια του κηρόσκωρου.
Το κερί αποτελεί για το μελίσσι αποθηκευτικό χώρο για την τροφή του αποτελεί όμως και χώρο αποθήκευσης παθογόνων μικροοργανισμών και υπολειμμάτων.
Η καλύτερη αντιμετώπιση αυτού του προβλήματος είναι η συνεχής αλλαγή των κηρηθρών. Πλέον ότι έχει γίνει κατανοητό στον Έλληνα μελισσοκόμο η αναγκαιότητα τήρησης νέων κηρηθρών στο μελισσοκομείο του.
Οι μέλισσες έρχονται καθημερινά αντιμέτωπες με πολλούς μικροοργανισμούς στη φύση που άλλοτε είναι διαχειρίσιμοι από το ίδιο το μελίσσι και άλλοτε είναι αρκετά επιβλαβής που το μελίσσι αδυνατεί να ανταπεξέλθει και καταρρέει. Η απολύμανση είναι ένας σημαντικός τρόπος που χρησιμοποιείται για την πρόληψη και την καταστολή βλαβερών μικροοργανισμών. H διαδικασία της απολύμανσης καταστρέφει τους μικροοργανισμούς με φυσικές, χημικές ή συνδυασμένες διαδικασίες προκειμένου να σταματήσει η εξάπλωση της μόλυνσης. Στη μελισσοκομία μπορεί να εφαρμοστεί η απολύμανση σε όλο τον ξύλινο εξοπλισμό (ξύλινες κυψέλες, βάσεις, πλαίσια) σε βιολογικά προϊόντα (κερί, κηρήθρες) αλλά και μεταλλικά εργαλεία.
Η απολύμανση μπορεί να διακριθεί σε τρείς κατηγορίες. Η πρώτη είναι η προληπτική απολύμανση, όπου ο μελισσοκόμος θα την εφαρμόσει για να καταστρέψει ένα ευρύ φάσμα μικροοργανισμών προκειμένου να μην εξελιχθούν αργότερα σε μολυσματικές ασθένειες. Η δεύτερη κατηγορία είναι η εστιακή απολύμανση όπου εστιάζει στην εξόντωση και στον περιορισμό της εξάπλωσης των παθογόνων που έχουν ήδη μολύνει την αποικία. Η εφαρμογή της εστιακής απολύμανσης απευθύνεται κυρίως στην καταπολέμηση των μικροοργανισμών που προκάλεσαν την λοιμώδη νόσο στο μελισσοκομείο. Η τρίτη κατηγορία είναι η τελική απολύμανση, η οποία πραγματοποιείται μετά το πέρας της νόσου και εφόσον έχουν ολοκληρωθεί δύο περίοδοι επώασης από την εμφάνιση των τελευταίων συμπτωμάτων της νόσου. Η τελική απολύμανση αποσκοπεί στην καταστροφή όλων των παθογόνων μικροοργανισμών που έχουν απομείνει από την εστιακή απολύμανση. Οι συγκεντρώσεις των απολυμαντικών και η συχνότητα των εφαρμογών που χρησιμοποιούνται για την τελική απολύμανση είναι ίδια με την εστιακή απολύμανση.
Για να ολοκληρωθούν με επιτυχία οι απολυμάνσεις είναι απαραίτητο ο μελισσοκόμος να χρησιμοποιεί μόνο εγκεκριμένα σκευάσματα και η χρήση τους να γίνεται όπως προβλέπεται από τις οδηγίες .
Οι μέθοδοι απολύμανσης που μπορεί να χρησιμοποιήσει ο μελισσοκόμος διακρίνονται σε δύο μεγάλες κατηγορίες, στη χρήση φυσικών και στην χρήση χημικών μεθόδων απολύμανσης. Οι φυσικές μέθοδοι απολύμανσης βασίζονται κυρίως στη χρήση θερμότητας. Η χρήση της είναι μια ασφαλή επιλογή από τον μελισσοκόμο για την απολύμανση και την αντιμετώπιση των παθογόνων μικροοργανισμών που αντιμετωπίζουν καθημερινά (νοζεμίαση, κηρόσκωρό κ.α.). Στις φυσικές μεθόδους απολύμανσης των εύφλεκτων υλικών ανήκει και η χρήση της φλόγας. Ο μελισσοκόμος μπορεί να χρησιμοποιήσει τη φλόγα για την απολύμανση του εσωτερικού της κυψέλης, των παλιών πλαισίων αλλά και άλλων ξύλινων εργαλείων που χρησιμοποίει (πλαίσια, πατώματα, ξύλινα πορτάκια κ.α.) όμως δεν μπορεί να την χρησιμοποιήσει για απολύμανση σε εξοπλισμό όπως είναι ο μελιτοεξαγωγέας ή τα φίλτρα. Για την εφαρμογή της απολύμανσης με την μέθοδο της φλόγας ο μελισσοκόμος χρειάζεται να έχει ένα φλόγιστρο στην κατοχή του. Η χρήση του φλόγιστρου είναι μια μέθοδος εύκολη, γρήγορη αποτελεσματική και οικονομική. Για να επιτευχθεί η απολύμανση στο μέγιστο βαθμό της, προτείνεται πρώτα το ξύσιμο των κεριών και της πρόπολης που υπάρχουν κολλημένα στις ξύλινες επιφάνειες (κυψελών, πλαισίων) και έπειτα η χρήση του φλόγιστρου. Γενικά η χρήση της φλόγας έχει αποδειχθεί ότι μπορεί να καταστρέψει ανθεκτικά παθογόνα σπόρια όπως εκείνα της Αμερικάνικης Σηψηγονίας. Η μέθοδος αυτή επίσης συμβάλει στην έκθεση μολυσμένων αντικειμένων στις φλόγες, προκειμένου να καταστραφούν οι παθογόνοι μικροοργανισμοί που βρίσκονται πάνω τους. Με αυτόν τον τρόπο μπορούν να απολυμανθούν μεταλλικά αντικείμενα καθώς και ορισμένα ξύλινα. Η διαφορά ανάμεσα στην καύση των υλικών και στην χρήση της φλόγας με το φλόγιστρο είναι ότι στην καύση υπάρχει ολική καταστροφή του μελισσοκομικού εξοπλισμού και συνήθως εφαρμόζεται σε μολυσμένες αποικίες με Α.Σ όπου καταστρέφονται πλήρως τα μελισσοκομικά υλικά μαζί με τους παθογόνους μικροοργανισμούς ενώ η χρήση του φλόγιστρου δεν καταστρέφει τον μελισσοκομικό εξοπλισμό και χρησιμοποιείται κυρίως προληπτικά ως μέθοδος απολύμανσης του μελισσοκομικού εξοπλισμού.
Απολύμανση με
φλόγιστρο και
κάψιμο
προσβεβλημένων
κηρηθρών
Η δεύτερη κατηγορία απολύμανσης του μελισσοκομικού εξοπλισμού είναι η χρήση χημικών μεθόδων. Οι χημικές μέθοδοι αφορούν την χρήση απολυμαντικών ουσιών που προκαλούν δυσμενείς συνθήκες στην επιβίωση των μικροοργανισμών. Τα απολυμαντικά μπορούν να διακριθούν σε μιρκοβιοκτόνα δηλαδή σκοτώνουν τους μικροοργανισμούς ή τα σπόρια τους και σε μικροβιοστατικά δηλαδή σταματούν μόνο την ανάπτυξη τους. Συνήθως οι χημικές αντιδράσεις στις οποίες βασίζονται τα απολυμαντικά είναι το χλώριο και παράγωγα του χλωρίου, όπως επίσης και η καυστική σόδα. Η καυστική σόδα είναι αρκετά αποτελεσματική για την απολύμανση των ξύλινων υλικών. Για γενική απολύμανση συνιστάται η χρήση καυστικής σόδας (NaOH) 1% στο νερό ενώ για απολύμανση κυψελών που είναι προσβεβλημένα από Α.Σ προτείνεται συγκέντρωση από 3% μέχρι και 6% δηλαδή 300 με 600 γραμμάρια καυστικής σόδας σε 10 λίτρα νερό. Για μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα προτείνεται το νερό να είναι ζεστό ή καυτό. Στη συνέχεια ακολουθεί βύθιση των υλικών για ένα τέταρτο. Έπειτα ακολουθεί ξέπλυμα με άφθονο νερό και στέγνωμα. Κατά την διάλυση της καυστικής σόδας στο νερό απαιτείται προσοχή διότι εκτινάσσονται σταγονίδια της καυστικής σόδας που προκαλούν σοβαρά εγκαύματα στο δέρμα. Γι΄αυτό ο μελισσοκόμος θα πρέπει να έχει κατάλληλη ενδυμασία (γάντια από οξεάντοχο υλικό, ποδιά, προστατευτικά γυαλιά και λαστιχένιες μπότες). Επιπρόσθετα η παραφίνη μπορεί να χρησιμοποιηθεί μετά την εμβάπτιση σε καυστική σόδα για την προστασία της. Για να γίνει σωστά η χρήση της παραφίνης και να διεισδύσει μέσα στο ξύλο είναι απαραίτητο να θερμανθεί μέχρι τους 150 °C διαφορετικά η υψηλότερη θερμοκρασία θα προκαλέσει διάσπαση της παραφίνης ενώ σε χαμηλότερη θέρμανση των 150 βαθμών η παραφίνης θα παραμείνει παχύρευστη.
Βράσιμο πλαισίων σε καυστική σόδα και ξέπλυμα με κρύο νερό στη συνέχεια.