Αντικατάσταση βασιλισσών με υψηλά επίπεδα ακάρεων βαρρόα και/ή κακή υγιεινή συμπεριφορά
Η υγιεινή συμπεριφορά στις μέλισσες αποτελεί ένα κληρονομικό χαρακτηριστικό μεμονωμένων εργατριών που προσδίδει αντίσταση σε επίπεδο αποικίας έναντι διαφόρων ασθενειών του γόνου. Οι εργάτριες εντοπίζουν και απομακρύνουν νεκρό ή άρρωστο […]
Η υγιεινή συμπεριφορά στις μέλισσες αποτελεί ένα κληρονομικό χαρακτηριστικό μεμονωμένων εργατριών που προσδίδει αντίσταση σε επίπεδο αποικίας έναντι διαφόρων ασθενειών του γόνου. Οι εργάτριες εντοπίζουν και απομακρύνουν νεκρό ή άρρωστο γόνο από σφραγισμένα κελιά. Ωστόσο, αυτή η συμπεριφορά είναι αρκετά σπάνια, με μόνο το 10% να παρουσιάζουν υψηλά επίπεδα υγιεινής.
Οι μέλισσες, Apis mellifera, αντιμετωπίζουν πολλές απειλές η πιο σοβαρή είναι το παρασιτικό άκαρι Varroa destructor, που μπορεί να βλάψει τα μελίσσια τόσο άμεσα, βλάπτοντας μεμονωμένες προνύμφες μειώνοντας τη διάρκεια ζωής και το σωματικό βάρος των ενήλικων μελισσών αλλά και έμμεσα μεταδίδοντας ιογενείς ασθένειες.
Η υγιεινή συμπεριφορά αποτελεί μια φυσική άμυνα ενάντια στις ασθένειες του γόνου όπου οι υγιής εργάτριες αποσπούν τα κλειστά κελιά που περιέχουν γόνο νεκρό ή μολυσμένο και αφαιρούν το περιεχόμενο. Με αυτόν τον τρόπο, ασθένειες όπως κιμωλίαση, σήψεις του γόνου και βαρρόα μπορεί να είναι πλήρως ή μερικώς ελεγχόμενες.
Οι μελισσοκόμοι μπορούν ενδεχομένως να αυξήσουν αυτό το χαρακτηριστικό αναπαράγοντας από μελίσσια με υψηλή εξυγιαντική συμπεριφορά. Ωστόσο, το επίπεδο υγιεινής που εκφράζεται από ένα μελίσσι είναι μεταβλητή, η οποία αποτελεί πρόκληση για την επιλογή αποικιών.
Μια πρακτική και επιθυμητή στρατηγική, επομένως, είναι η εκτροφή μελισσών που εκφράζουν υψηλά επίπεδα φυσικής αντίστασης. Η αφαίρεση νεκρού γόνου από σφραγισμένα κελιά επηρεάζεται επίσης από περιβαλλοντικούς παράγοντες, από έλλειψη νέκταρ καθώς και όταν υπάρχει υψηλή αναλογία μεταξύ της ποσότητας του γόνου που πρέπει να φροντίσει και του πληθυσμού εργατριών μελισσών που ταΐζουν τον γόνο.
Είναι αβέβαιο εάν το χαρακτηριστικό μπορεί να αυξηθεί σημαντικά σε εμπορικούς πληθυσμούς χωρίς πρώτα να αυξηθεί η συχνότητά του σε έναν κλειστό αναπαραγωγικό πληθυσμό. Οι αυξήσεις στη συχνότητα του χαρακτηριστικού, μέχρι σήμερα, έχουν προκύψει σε μεγάλο βαθμό από την επιλεκτική αναπαραγωγή μικρών και κλειστών πειραματικών πληθυσμών.
Μια κοινή πρακτική μεταξύ των παραγωγών βασιλισσών είναι να ζευγαρώνουν ελεύθερα τις επιλεγμένες βασίλισσές τους με έναν μεγάλο πληθυσμό μη επιλεγμένων κηφήνων. Η μαζική γονιμοποίηση από μόνη της αναμένεται να οδηγήσει σε αργή αύξηση της συχνότητας του χαρακτηριστικού καθώς φαίνεται να είναι μέτρια κληρονομήσιμο σε πληθυσμούς αναπαραγωγής μεγάλης κλίμακας.
Πρωτόκολλο μέτρησης Συμπεριφοράς Υγεινής
Στην ουσία με το πρωτόκολλο αυτό μετράμε την ικανότητα του μελισσιού να αντιλαμβάνεται και να πετάει έξω τον άρρωστο ή νεκρό γόνο πριν αυτός μολύνει την κυψέλη.
Το τεστ αυτό σχετίζεται άμεσα με την ανθεκτικότητα του μελισσιού σε όλες τις ασθένειες του γόνου αλλά και κατά ένα μέρος και με την ανθεκτικότητα στο βαρρόα.
1. Κάνουμε το τεστ σε 1 τελάρο από κάθε κυψέλη που να έχει κλειστό γόνο στον οποίο τα μάτια της νύμφης να έχουν αρχίσει να παίρνουν χρώμα.
2. Αφού τοποθετήσουμε το καλούπι μας πάνω στον γόνο, μαρκάρουμε τη θέση του, σε όλες τις γωνίες, για να μπορέσουμε να την ξαναβρούμε μετά από 6 ώρες.
3. Στη συνέχεια, με την πιο λεπτή καρφίτσα που μπορούμε να βρούμε, θανατώνουμε τις νύμφες 50 κελιών, βάζοντας την καρφίτσα, κάθετα μέσα στο κέντρο κάθε κελιού, μέχρι να βρει μικρή αντίσταση (το κερί στον πάτο του κελιού). Προσέχουμε έτσι ώστε η τρύπα στο κελί να είναι πολύ μικρή, σχεδόν αδιόρατη.
4. Μετράμε και θανατώνουμε 50 νύμφες. Εάν υπάρχουν κελιά με γύρη ή μέλι τα προσπερνάμε. Μαρκάρουμε επίσης το 51ο κελί καθώς και το τελάρο που χρησιμοποιήσαμε με ένα βέλος που να δείχνει την πλευρά που κάναμε το τεστ, έτσι ώστε να το βρούμε αμέσως αργότερα.
5. Όταν μετά από 6 ώρες επιστρέψουμε στην κυψέλη και ελέγξουμε το τελάρο, θα πρέπει να δούμε αυτή την εικόνα.
6. . Για να ελέγχουμε το αποτέλεσμα μετά από 6 ώρες πρέπει να κάνουμε το τεστ το πρωί και να ελέγχουμε το απόγευμα. Στον έλεγχο, μετράμε πάντα τα κελιά που ΔΕΝ ΚΑΘΑΡΙΣΑΝ οι μέλισσες. Όχι τα καθαρά, γιατί θα μπερδευτούμε. Εάν οι μέλισσες ξεσκέπασαν την νεκρή νύμφη αλλά δεν την πέταξαν έξω από το κελί, το κελί αυτό ΔΕΝ το μετράμε στα καθαρά.
Υπολογισμός ποσοστού ικανότητας καθαρισμού
Με βάση το παράδειγμα της παραπάνω φωτογραφίας: Από τα 50 κελιά που θανάτωσα, οι μέλισσες ΔΕΝ ΚΑΘΑΡΙΣΑΝ τα 6 (το τελευταίο είναι το σημάδι μας για το 51ο), επόμενα καθάρισαν τα 44 .
Και εάν το ανάγουμε αυτό επι τοις εκατό, τότε το μελίσσι αυτό δίνει ποσοστό 44 Χ 2= 88 τοις εκατό.
Με τις απώλειες των μελισσοσμηνών να αυξάνονται τα τελευταία έτη όλο και περισσότερο, υπάρχει μεγάλη ανάγκη διατήρησης πληθυσμών ανθεκτικών στη βαρρόα.
Οι μηχανισμοί ανθεκτικότητας στη βαρρόα που γνωρίζουμε αναφέρονται ως διαφορετικές συμπεριφορές. Ο πρώτος αφορά την ευαισθησία των μελισσών να αντιλαμβάνονται τη βαρρόα και να ασκούν εξυγιαντική συμπεριφορά και ονομάζεται ΒΕΕ (= βαρρόα εξυγιαντική ευαισθησία, ο δεύτερος αφορά την αναπαραγωγική ικανότητα της βαρρόα στα κλειστά κελιά του γόνου και ονομάζεται ΜΑΒ (=μειωμένη αναπαραγωγή Βαρρόα- SMR) και ο τρίτος ονομάζεται ΣΑΚ (= συμπεριφορά ανοίγματος -κλεισίματος – REC).
Οι παραπάνω μηχανισμοί απαιτούν και διαφορετική προσέγγιση και μεθοδολογία, ενώ υπάρχουν και κοινές πρακτικές. Ο πρώτος μπορεί να μετρηθεί, ως έναν βαθμό και με απλούς τρόπους όπως το τεστ της εξυγιαντικής συμπεριφοράς την άνοιξη. Ο δεύτερος και ο τρίτος μηχανισμός απαιτεί εξειδίκευση για να αναλύσει ο μελισσοκόμος δεκάδες τελάρα με σφραγισμένο γόνο; στα κελιά αυτά θα διερευνώνται οι απόγονοι του βαρρόα, και θα καταγράφονται τα κελιά με 1 θηλυκό, με πολλά θηλυκά, με απογόνους, χωρίς απογόνους, με ή χωρίς αρσενικό, και το είδος των απογόνων. Την ίδια στιγμή θα γίνεται έλεγχος για το εάν τα κελιά έχουν ανοιχτεί και ξανακλειστεί από τη μέλισσα. Όλα τα παραπάνω μαζί θα δώσουν μία καλή εικόνα των μηχανισμών ανθεκτικότητας στη βαρρόα.